υπάτη

υπάτη
Hμιορεινός οικισμός (υψόμ. 400) στην επαρχία Φθιώτιδας του ομώνυμου νομού. Bρίσκεται στις πλαγιές της Oίτης, στα δυτικά της Λαμίας. Eίναι έδρα του ομώνυμου δήμου (47 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκουν και τα χωριά Aμαλιώτη (υψόμ. 220), Bαρκά (υπόμ. 150), Λουτρά Yπάτης (υψόμ. 85), Mαγούλα, υψόμ. 100) και Nέα Yπάτη (υψόμ. 120). Y. λεγόταν και αρχαία ελληνική πόλη, πρωτεύουσα των Αινιάνων, που χτίστηκε το 410 π.Χ. Λεγόταν και Υπάτα ή Ύπατα. Είχε εκκλησία του δήμου στην οποία προέδρευαν δύο «προστάτες» και ιδιαίτερο νόμισμα, το οποίο, στη μια όψη είχε την επιγραφή «Υπαταίων» και τον Δία να κρατά κεραυνό, και στην άλλη τη νικηφόρο Αθηνά να πετά, κρατώντας ασπίδα και δόρυ. Στην Υ. είχαν την έδρα τους οι πέντε αινίαρχοι (άρχοντες του Κοινού των Αινιάνων), έστελναν δε από την πόλη αυτή δύο «ιερομνήμονες» στο Αμφικτυονικό συνέδριο. Κατά τον Αιτωλικό Πόλεμο, στην Υ. συνεδρίασε δύο φορές το Κοινό των Αιτωλών για να συζητήσει τους όρους που είχαν προτείνει οι Ρωμαίοι. Στα χριστιανικά χρόνια, κήρυξε εκεί, το 2o μ.Χ. αι. ο Ηρωδίων. Αργότερα, στη βυζαντινή περίοδο (6ος μ.Χ. αι.), όταν το Δεσποτάτο της Ηπείρου απλώθηκε προς τα νότια, η πόλη, που ήταν καλά οχυρωμένη, έγινε πρωτεύουσα του Δεσποτάτου, με το όνομα «Νέαι Πάτραι». Όταν η πόλη κινδύνεψε από τα αυτοκρατορικά στρατεύματα, ο δεσπότης Ιωάννης ζήτησε τη βοήθεια του δούκα της Αθήνας, με την υπόσχεση να δώσει στον αδελφό του την κόρη του για γυναίκα. Έτσι, η πόλη ξέφυγε τον κίνδυνο αλλά πέρασε στην επιρροή του δούκα της Αθήνας και, γενικότερα σ’ εκείνην των Φράγκων. Το 1319 την κυρίευσαν οι Καταλανοί και, μαζί με τη γύρω περιοχή, αποτέλεσε το λεγόμενο δουκάτο των Νέων Πατρών. Αργότερα έφτασαν ως εκεί και οι Σέρβοι, που είχαν εγκατασταθεί στη Θεσσαλία. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, η Υ. ονομαζόταν από τους Τούρκους Πατρατζίκ, (που σημαίνει Μικραί Πάτραι) και αποτελούσε ιδιαίτερο αρματολίκι. Στις αρχές της Επανάστασης έγιναν πολλές φορές επιχειρήσεις για την απελευθέρωσή της αλλά μόλις το 1822 οι Έλληνες κατόρθωσαν να καταλάβουν ένα τμήμα της. Μετά την απελευθέρωση, η επαρχία του Πατρατζικιού ενώθηκε με την επαρχία του Ζητουνιού και αποτέλεσαν τη νέα επαρχία της Φθιώτιδας. Το 1836 ξαναπήρε το παλαιό της όνομα. Η Υπάτη είναι λουτρόπολη με σύγχρονες υδροθεραπευτικές εγκαταστάσεις. Γενική άποψη της Υπάτης.
* * *
ἡ, Α
(ενν. χορδή) η μεγαλύτερη σε μήκος ή η υψηλότερη χορδή τής λύρας, αλλά και η κατώτατη ως προς την οξύτητα τού τόνου από τις τρεις χορδές που αποτελούσαν την ελληνική μουσική κλίμακα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. τού θηλ. ὑπάτη (χορδή) τού επιθ. ὕπατος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ὑπάτη — ὕπατος highest fem nom/voc sg (attic epic ionic) ὑπάτη the highest of the three strings fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπάτῃ — ὕπατος highest fem dat sg (attic epic ionic) ὑπάτη the highest of the three strings fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Υπάτη — η χωριό του νομού Φθιώτιδας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Νέα Υπάτη — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 120 μ.) του νομού Φθιώτιδος …   Dictionary of Greek

  • Αινιάνα-Μαζαράκη, Αγανίκη — (Υπάτη 1838 – Αθήνα 1892). Ποιήτρια, κόρη του εθνικού αγωνιστή Γεώργιου Αινιάν. Σπούδασε στο Αρσάκειο. Ασχολήθηκε με τα γράμματα από φοιτήτρια ακόμα, αλλά η ποιητική συλλογή της Ποιήσεις (1893) κυκλοφόρησε μετά τον θάνατο των δύο παιδιών που είχε …   Dictionary of Greek

  • Λαϊνάς, Θεόκτιστος — (Υπάτη Φθιώτιδας 1934 –). Εκπαιδευτικός και συγγραφέας. Σπούδασε στη θεολογική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ πραγματοποίησε και μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία. Σταδιοδρόμησε ως καθηγητής και γυμνασιάρχης σε σχολεία της μέσης εκπαίδευσης …   Dictionary of Greek

  • Ματσούκας, Σπύρος — (Υπάτη Φθιώτιδας 1870 – 1928). Δικηγόρος και ποιητής. Σπούδασε στη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1896 όταν έλαβε μέρος στην Επανάσταση της Κρήτης ως εθελοντής, ήταν φοιτητής παρακινώντας μάλιστα και άλλους συμφοιτητές του. Μετά τον… …   Dictionary of Greek

  • ὑπατῶν — ὑπάτη the highest of the three strings fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ypati — For the muse, see Hypate. Ypati Υπάτη Location …   Wikipedia

  • ύπατος — Ρωμαϊκό αξίωμα. Βλ. λ. υπατεία. * * * (I) η, ο / ὕπατος, άτη, ον, ΝΜΑ, θηλ. και ος Α 1. υπέρτατος, ύψιστος, ανώτατος, μέγιστος (α. «ανήλθε στο ύπατο αξίωμα τής χώρας» β. «θεῶν ὕπατος», Ομ. Ιλ.) 2. το αρσ. ως ουσ. ο ύπατος·βλ. ύπατος (II) νεοελλ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”